Καταρχήν, πριν πάω παρακάτω, θέλω να ξεκαθαρίσω, να δηλώσω ευθαρσώς και με το χέρι στην καρδιά, ότι εγώ τη σχέση, τη συζυγική, τζαι πριν γινεί συζυγική δηλαδή, μιλούμεν... κορόνα στο κεφάλι μου που λαλούσιν. Θορώ τον μες τα μμάθκια. Τζαι άλλους αρσενικούς εν έσιει. Εν γυρεύκουμαι ρε παιδί μου. Ότι εγύρευκα, ήβρα το. Τέλος αναζήτησης.
Τούτων λεχθέντων ακούστε τι μου εσυνέβηκε προχτές.
Εκαρτέρουν τον συμμετέχοντα της ημέρας (είπαμεν κάμνουμεν ηλεκτροσοκ του κόσμου), εν έτρεχα εγώ το πείραμα (ευτυχώς), εγώ έκαμνα τον επιστάτη, απλά να βεβαιωθώ ότι ούλλα παν καλά. Τζαι πάω στην είσοδο να συνάξω τον συμμετέχοντα, τζαι με το που τον είδα, ούτε καν που κοντά, μια φιγούρα που μακριά, σαν εστέκετουν στο ρεσέψιον τζαι ερώταν ποια εν η Ερυκίνη, εχτύπησε το φυλλοκάρδι μου. Έτσι πάνω σ' άνεμο. Ξέρετε πόσα χρόνια έσιει να μου συμβεί έτσι πράμαν; Ούτε εγώ εν αθθυμούμαι πλέον.
Αλλά εχτύπησεν. Στην αρκήν εν εκατάλαβα τι εγίνηκεν, τόσος τζαιρός επέρασεν που την τελευταία φορά. Εσκέφτουμουν προς τι αυτή η αναστάτωση. Γιατί υπήρξεν αναστάτωση. Μετά αθθυμήθηκα.
Τζαι να πεις, εν ήταν τζαι κανένας αντικειμενικά ωραίος. Ήταν που τζείνους που αντικειμενικά έννεν ωραίοι, αλλά... υπάρχει κάτι τέλοσπάντων. Τζαι μιτσής. Παναγία μου, τζαι που το λαλώ ντρέπουμαι. Μιτσής, φοιτητούιν ας πούμεν, αναμαλλιασμένος, λέτσης.
Τι να σου λαλώ τωρά. Εν έσιει τζαι σημασία βέβαια.
Μετά που επόκατσεν η αναταραχή, σαν έκαμνεν ο συνάδελφος το πείραμαν τζαι έκαμνεν ηλεκτροσοκ του μιτσή, εγώ αντί να ελέγχω ότι ούλλα παν καλά,εκάθουμουν στη γωνιά τζαι εσκέφτουμουν, επροσπαθούσα να ζυγίσω μέσα μου, εαν ήταν κάτι κακό, ηθικά κακό. Εαν θα έπρεπε να νιώσω άσιημα που εκαρδιοχτύπησα για κάποιον που έννεν η σχέση. Εν εξαναβρέθηκα σε τούτην τη θέση πριν, οπόταν υποθέτω δεν έξερα τα ηθικά μου κριτήρια (παρεμπιπτόντως, αποφάσισα ότι εν ένι. Στο τέλος την ημέρας, δεν έκαμα τζαι τίποτε, δεν θα έκαμνα ποττέ βέβαια. έτο ήταν έναν στιγμιαίον καρδιοκτύπιν τζαι επέρασεν. Εν το ίδιον πράμαν με το να περνά μια θεά με κάτι μίνια ας πούμεν τζαι μεινίσκει ένας άντρας τζαι χάσκει. Εν το ίδιον έννεν; ..... Εν η αλήθκεια, εν το ένιωσα ακριβώς το ίδιο... Λλλίον σιηρόττερον... ).
Μετά εσκέφτουμουν ότι τέλοσπάντων, έσιει πολλά πράματα που μπορεί να πει κανείς για τον έρωταν, να γράψει τόμους τζαι τόμους, αλλά έσιει έναν κομμάτι, που δεν σηκώνει συζήτηση, που δεν έσιει τζαι κάτι να πεις, που δεν είναι αντικείμενον σκέψης, επιχειρηματολογίας λογικής, τίποτες, σκέττη νέττη χημεία ή βιολογία αν προτιμάτε.
Εθθύμησεν μου η φάση (τζι ας ήταν για αστείον ο τίτλος) τους έρωτες του σχολείου. Που δεν ήταν έρωτες, ήταν απλά εκφάνσεις τζείνου του σύστηματος που εξύπναν, ήταν ανατριχίλες, τζαι κοτσινίσματα, τζαι ναι, χτυποκάρδια, σαν επαίρναν κάποιος που ούτε του εμίλησες ποττέ. 'Ηταν έρωτας με την ιδέαν του έρωτα.
Ίσως εν τέλει να μεν εγέρασα τόσον όσον νομίζω.
Τούτων λεχθέντων ακούστε τι μου εσυνέβηκε προχτές.
Εκαρτέρουν τον συμμετέχοντα της ημέρας (είπαμεν κάμνουμεν ηλεκτροσοκ του κόσμου), εν έτρεχα εγώ το πείραμα (ευτυχώς), εγώ έκαμνα τον επιστάτη, απλά να βεβαιωθώ ότι ούλλα παν καλά. Τζαι πάω στην είσοδο να συνάξω τον συμμετέχοντα, τζαι με το που τον είδα, ούτε καν που κοντά, μια φιγούρα που μακριά, σαν εστέκετουν στο ρεσέψιον τζαι ερώταν ποια εν η Ερυκίνη, εχτύπησε το φυλλοκάρδι μου. Έτσι πάνω σ' άνεμο. Ξέρετε πόσα χρόνια έσιει να μου συμβεί έτσι πράμαν; Ούτε εγώ εν αθθυμούμαι πλέον.
Αλλά εχτύπησεν. Στην αρκήν εν εκατάλαβα τι εγίνηκεν, τόσος τζαιρός επέρασεν που την τελευταία φορά. Εσκέφτουμουν προς τι αυτή η αναστάτωση. Γιατί υπήρξεν αναστάτωση. Μετά αθθυμήθηκα.
Τζαι να πεις, εν ήταν τζαι κανένας αντικειμενικά ωραίος. Ήταν που τζείνους που αντικειμενικά έννεν ωραίοι, αλλά... υπάρχει κάτι τέλοσπάντων. Τζαι μιτσής. Παναγία μου, τζαι που το λαλώ ντρέπουμαι. Μιτσής, φοιτητούιν ας πούμεν, αναμαλλιασμένος, λέτσης.
Τι να σου λαλώ τωρά. Εν έσιει τζαι σημασία βέβαια.
Μετά που επόκατσεν η αναταραχή, σαν έκαμνεν ο συνάδελφος το πείραμαν τζαι έκαμνεν ηλεκτροσοκ του μιτσή, εγώ αντί να ελέγχω ότι ούλλα παν καλά,εκάθουμουν στη γωνιά τζαι εσκέφτουμουν, επροσπαθούσα να ζυγίσω μέσα μου, εαν ήταν κάτι κακό, ηθικά κακό. Εαν θα έπρεπε να νιώσω άσιημα που εκαρδιοχτύπησα για κάποιον που έννεν η σχέση. Εν εξαναβρέθηκα σε τούτην τη θέση πριν, οπόταν υποθέτω δεν έξερα τα ηθικά μου κριτήρια (παρεμπιπτόντως, αποφάσισα ότι εν ένι. Στο τέλος την ημέρας, δεν έκαμα τζαι τίποτε, δεν θα έκαμνα ποττέ βέβαια. έτο ήταν έναν στιγμιαίον καρδιοκτύπιν τζαι επέρασεν. Εν το ίδιον πράμαν με το να περνά μια θεά με κάτι μίνια ας πούμεν τζαι μεινίσκει ένας άντρας τζαι χάσκει. Εν το ίδιον έννεν; ..... Εν η αλήθκεια, εν το ένιωσα ακριβώς το ίδιο... Λλλίον σιηρόττερον... ).
Μετά εσκέφτουμουν ότι τέλοσπάντων, έσιει πολλά πράματα που μπορεί να πει κανείς για τον έρωταν, να γράψει τόμους τζαι τόμους, αλλά έσιει έναν κομμάτι, που δεν σηκώνει συζήτηση, που δεν έσιει τζαι κάτι να πεις, που δεν είναι αντικείμενον σκέψης, επιχειρηματολογίας λογικής, τίποτες, σκέττη νέττη χημεία ή βιολογία αν προτιμάτε.
Εθθύμησεν μου η φάση (τζι ας ήταν για αστείον ο τίτλος) τους έρωτες του σχολείου. Που δεν ήταν έρωτες, ήταν απλά εκφάνσεις τζείνου του σύστηματος που εξύπναν, ήταν ανατριχίλες, τζαι κοτσινίσματα, τζαι ναι, χτυποκάρδια, σαν επαίρναν κάποιος που ούτε του εμίλησες ποττέ. 'Ηταν έρωτας με την ιδέαν του έρωτα.
Ίσως εν τέλει να μεν εγέρασα τόσον όσον νομίζω.