(τιμής ένεκεν δημοσιεύκω τζαι το παλιόν ποστ που είχα γράψει για το λογιστήριο του ΠανΚυ τον Οκτώβρη του 2009, έτσι γιατί έσιει χάζι. Εννοείται από το 2009 στο 2019 το ΠανΚυ εγίνην ευρωπαϊκό πανεπιστήμιο, ερευνητικό και εκπαιδευτικό κέντρο τζαι έτσι κουβέντες δεν παίζουν πλέον)
Θυμάστε τούτον το παιδικόν τραούδιν; Με τούτα τζαι με τζείνα εγώ εξαναθυμήθηκα το. Ας εν καλά η γραφειοκρατία του funky Panky (τουτέστιν Πανεπιστήμιο Κύπρου).
Θυμάστε τούτον το παιδικόν τραούδιν; Με τούτα τζαι με τζείνα εγώ εξαναθυμήθηκα το. Ας εν καλά η γραφειοκρατία του funky Panky (τουτέστιν Πανεπιστήμιο Κύπρου).
Για να καταλάβετε πρέπει να πιάσω το πράμαν που την αρκήν.
Εγώ, είπαμεν είμαι, ήμουν δηλαδή, τωρά πάει ετέλειωσεν (πάι πάι που λαλούμεν), φοιτήτρια στο ΠανΚυ, μεταπτυχιακή. Τζαι η Μ. το ίδιον. Κολλητή τζαι συνοδοιπόρισσα. Τζαι εκάμαμεν αίτησην στο τμήμα μας για προπληρωμήν για έναν ταξίδιν. Τον Ιούλην η προ-πληρωμή, τον Ιούλην το ταξίδιν. Ως δαμέ καλά.
Το πρόβλημαν έγκειται βασικά σε καθαρά εννοιολογικό επίπεδο. Τι θέλω να πω; Εγώ στο μυαλό μου την έννοια προπληρωμή την έχω με ένα δεδομένο τρόπο, το Πανεπιστήμιο με έναν άλλο. Η διαφορά είναι στο πρόθεμα προ-, φίλες και φίλοι, γιατί εγώ στο προπληρωμή καταλάβω κάποιος να πληρωθεί πριν γινεί κάτι. Αν ήταν να πληρωθεί μετά θα λεγόταν μεταπληρωμή. Έννεν;
Δεν βαριέσαι. Για το Πανεπιστήμιον μας όλες οι πληρωμές είναι μεταπληρωμές, πολυμεταπληρωμές κατακρίβειαν, γιατί γίνονται πολύ πολύ μετά.
Αφού επεράσαν ένας, δύο, τρεις μήνες από την προπληρωμή, την υποτιθέμενη δηλαδή, τζείνην που εγίνηκεν πολυμεταπληρωμή, είπαμεν με τη Μ. να πάμεν ολάν να γυρέψουμεν τα ριάλλια μας. Πάμεν στο Λογιστήριον, μπαίνουμεν στο γραφείον του υπεύθυνου, πας το φαίν τζιόλας, ο άνθρωπος εν επρόλαβεν να φάει το σαντουιτσούδιν του, αλλά πολλά καλός, έβαλεν το σάντουιτσιν στην άκραν ερούφησεν λλίον που το φραπέ του τζαι άκουσεν μας με προσοχήν. "μεν ανησυχείτε λαλεί μας εννά πω της κυρίας Π. να έβρει τες επιταγές σας να τες πιάσετε τωρά". Αλληλούια, εμάχουνταν τα αγγελούθκια μες τα φκιά μου τζαι οι κόρες των αμμαθκιών μου επήραν το διακριτικό σηματάκι του ευρού, όπως τα μικυμάου.
Θορούμεν που λαλείτε την κυρίαν Π. να περνά μιαν φοράν, προς τα δεξιά, τζαι φκαίνουμεν έξω στο διάδρομο, τόσο σίουρον το είχαμεν ότι η κυρία Π. θα μας έκανε περήφανες. Άτε κυρία Π. πιστεύουμε σε σένα. Μπορείς!!!
Πάει η κυρία Π. ως το τέρμα του διαδρόμου, μπαινοφκαίνει σε γραφεία. Ξαναστρέφεται. "'Εναν λεπτόν" λαλεί μας. Πάει αριστερά τούντην φοράν. Ξαναστρέφεται. "'Εναν λεπτόν". Όσα θέλεις, σκέφτουμαι.
Τζαι το έναν λεπτόν, εγινήκαν θκυό, τρία, τέσσερα.
Η κυρία Π. να φακκά ούλλες τες πόρτες με ύφος "Ποιος είδε τα μάτια που αγαπάω" να γυρεύκει τες επιταγές μας. Εγώ τζαι η Μ. στον διάδρομον, να τραουδούμεν "πούντο πούντο το τσιεκκούιν, ψάξε ψάξε, δε θα το βρεις" τζαι να παρατηρούμεν ότι η κυρία Π. κινείται σε πολλά ασυνήθιστους ρυθμούς για το χώρο. Όπως είπεν τζι η Μ. "Έτσι αργά που περπατούν ως που να παν στο τέλος του διαδρόμου, ήρτεν η ώρα να σκολάσουν", τζι όι εν ήταν κατζία επειδή ήμασταν απιέρωτες τζι απάκκιρες, αλλά όντως οι κινήσεις ούλλων ήταν τόοοσο νωχελικές που τζαι τωρά που το θυμούμαι χασμουρκούμαι.
Στο τέλος, η κυρία Π., αφού τα έκοψεν τα χιλιόμετρα της, έφαεν τον τόπον, έψαξεν παντού τζαι που γωνιάς που λαλούμεν, απεφάνθη ότι "εμείς την επιταγήν σας εν την έχουμεν.......άαααρα έφυεν που δαμέ αλλά εν έφτασεν στο Τμήμα σας ακόμα". Τζαι σκέφτεσαι πόσον τζαιρόν εννά της πάρει να πάει που την Πανεπιστημιούπολη στην Καλλιπόλεως τα γέριμα; Τζαι περπατητή να επίεννεν ήταν να έφτανεν. Μούγγα στην στρούγκα η κυρία Π. "εγώ έκαμα ότι εμπόρεσα είπεν". Μάλιστα. Μόνον η κούππα με το νερόν έλειπεν για να νείψει τα σιέρκα της.
Φεύκοντας που το Λογιστήριο πιάνει το μάτι μου στον τοίχο φωτογραφίες με διάφορα ρητά. "Όσο χαμηλά κι αν νομίζεις ότι βρίσκεσαι, πάντα έχεις περιθώριο για να φτάσεις στον πάτο" λαλεί το ένα.
Αμ,... έτσι εξηγούνται όλα.....