Τες τελευταίες 1-2 μέρες είμαι λλίον σε φάση σύγχισης με το πως νιώθω. Υποθέτω ότι εν σταματούμεν ποττέ να μαθαίνουμεν για τον εαυτό μας.
Ούλλα εξεκινήσαν που το Φατσοβιβλίον (το γέριμον). Οι φίλοι μου στο φατσοβιβλίον εν κυρίως άσιλας φίλοι, συμφοιτητές τζαι συνάδέλφοι, πρώην συνάδελφοι δηλαδής (τζαι λλίοι κουτσόφτεροι εν η αλήθκεια). Τους συγγενείς μου άηκα τους έξω (εκτός που τζείνα τα ξαδέρφια που που ταλήθκεια συμπαθώ, τζαι το αδέρφιν εννοείται). Παρομοίως τζαι το χωρκόν. Ξέρετε τζείνους τους ξεχασμένους συμμαθητές που έχω να δω που το δημοτικό. όι ότι με εγυρέψαν δηλαδή. Μόνον μια κορού. Τζαι έκαμα την ιγκνόρ.
Βλέπετε εγώ με το χωρκόν εν έχω ιδιαίτερην επαφήν. Εκτός που την οικογένεια τζαι τους γειτόνους (που συμπεριλαμβάννουν τη νούννα, τον τατά τζαι τα καλαδέρφια μου) εν τζαι επικοινωνώ με άλλα πλάσματα. Ειδικά συνομήλικους μου. Εκτός που την καλαδερφή μου, τους υπόλοιπους έχω να τους δω/μιλήσω που την έκτη δημοτικού.
Μέχρι την προηγούμενη εφτομάδα που η καλαδερφή μου, για λόγους πραγματικά ανεξήγητους (ενώ εμεγαλώσαμεν μαζί, εμεγαλώσαμεν τόσο διαφορετικά που εκαταλήξαμεν πρακτικά θκυό ξένοι. Για χρόνια η επαφή μας εν το "γεια τι κάμνεις?"), έκαμεν μου φρεντ ρεκουέστ στο Φατσοβιβλίον. Τζαι εν εμπορούσα να πω όι. Εννά έθελα, αλλά ναι, κοινωνικές υποχρεώσεις ξέρετε. Αδύνατον.
Τζαι που την ώραν που εγίναμεν φίλες, νιώθω άβολα στο Φατσοβιβλίον. Ξέρετε, γιατί προβλέπω ότι το χωρκόν παρακολουθεί τζαι πιθανώς κουτσομπολεύκει. Αλλά τούτον έννεν το θέμα μας. Ποιος το χέζει το χωρκόν τζαι το κουτσομπολιό. Τζείνον που εν επροέβλεψα ήταν το ανάποδο. Τζείνα που θα έβλεπα εγώ.
Πριν θκυό μέρες η καλαδερφή (τζαι συμμαθήτρια στο δημοτικό) έβαλεν φωτογραφίες στο Φατσοβιβλίον που κάτι που φαίνεται σαν ριγιούνιον της τάξης μας του δημοτικού. Τους συμμαθητές/συμμαθήτριες μας είχα να τους δω που τότε.
Τζαι ξαφνικά έτους ούλλους μαζί. Τους παραπάνω εδυσκολεύτηκα να τους αναγνωρίσω. Ακόμα τζαι τα ονόματα εδυσκολέψαν με σε κάποιες περιπτώσεις.
Εν μπορώ να καταλάβω γιατί το σκέφτουμαι ακόμα. Εν μπορώ να καταλάβω την αντίδραση μου. Γιατί κάπου μέσα μου, ένα μιτσήν μιτσήν κομματούιν μου ελυπήθην. Ελυπήθην γιατί εν ήμουν τζιαμέ. Γιατί ακόμα τζι αν ήμουν Κύπρον εν θα ήμουν τζιαμέ. Εν θα εσκέφτετουν κανένας να με καλέσει είμαι σίουρη.
Τζαι τούτη η θλίψη εν απολύτως ακατανόητη. Γιατί εγώ ήμουν τζείνη που έφυα πρώτη. Εννοώ εγώ ήμουν τζείνη που ένιωθεν πάντα διαφορετική. Τζαι που το πιο πιθανόν εν θα άντεχα να είμαι τζιαμέ.
Η συνειδητοποίηση του ότι εν ούλλοι φίλοι ακόμα εν μπορώ να καταλάβω τι διαφοράν κάμνει. Αλλά φαίνεται ότι κάτι κάμνει. Υποθέτω εν η ιδέα ότι εν μια ομάδα, στην οποία εν ανήκω. Αλλά εννά έπρεπε να ανήκω αν κάποιος έβλεπε το πράμαν ντετερμινιστικά.
Τζαι εννα ανέμενεν κανείς ότι εννά ένιωθα χαρούμενη, που εκατάφερα να κάμω τη ζωή μου όπως την έθελα τζι όι όπως ήταν προγεγραμμένη. Που εγέμωσα τη ζωή μου με πλάσματα κοντά σε μένα με τα οποία μπορώ να είμαι ο εαυτός μου.
Αλλά εν μπορώ να καταλάβω γιατί νιώθω το αντίθετον.
Υποθέτω εν τζείνον που εσυζητούσαμεν με τη φιλενάδαν την Ε. στο Βέλγιο πριν μερικά χρόνια. για τη φράση choosing is losing. Με κάθε μας επιλογή χάννουμεν τζαι κάτι. Τζείνην την εναλλακτική που δεν επιλέξαμεν. Τζαι τούτη η φωτογραφία εν μια μαθκιά σε τούτην την εναλλακτική. Που έννεν απαραιτήτως άσιημη.
Ίσως, λοιπόν, η θλίψη ναν λόγω της απώλεια τούτης της πιθανής εναλλακτικής ζωής. Αλλά αφού εν την έθελα ούτως ή αλλιώς. Γιατί να με πειράζει η απώλεια της?? Εν καταλάβω.
Άβυσσος η ψυσιή του πλασμάτου.
ΥΓ: Εναλλακτική ερμηνεία. Η θλίψη εν για την αποτυχία. Του να είμαι τζείνον που εννά "έπρεπεν" να ήμουν. Το πιο πιθανόν αν επίεννα σε έτσι ριγιούνιον εννά έθελα να φύω στα πρώτα 5 λεπτά. Γιατί στες ερωτήσεις, επαντρεύτηκες, έσιεις/εννά κάμεις κοπελλούθκια, έσιεις δουλειά, εκτισες/εννά κτίσεις σπίτι κλπ κλπ, η απάντηση θα ήταν όι τζαι ένι ξέρω. Τζαι έννεν εύκολον να μεν πολλοκατέχεις τι σου γίνεται. ακόμα.
Ούλλα εξεκινήσαν που το Φατσοβιβλίον (το γέριμον). Οι φίλοι μου στο φατσοβιβλίον εν κυρίως άσιλας φίλοι, συμφοιτητές τζαι συνάδέλφοι, πρώην συνάδελφοι δηλαδής (τζαι λλίοι κουτσόφτεροι εν η αλήθκεια). Τους συγγενείς μου άηκα τους έξω (εκτός που τζείνα τα ξαδέρφια που που ταλήθκεια συμπαθώ, τζαι το αδέρφιν εννοείται). Παρομοίως τζαι το χωρκόν. Ξέρετε τζείνους τους ξεχασμένους συμμαθητές που έχω να δω που το δημοτικό. όι ότι με εγυρέψαν δηλαδή. Μόνον μια κορού. Τζαι έκαμα την ιγκνόρ.
Βλέπετε εγώ με το χωρκόν εν έχω ιδιαίτερην επαφήν. Εκτός που την οικογένεια τζαι τους γειτόνους (που συμπεριλαμβάννουν τη νούννα, τον τατά τζαι τα καλαδέρφια μου) εν τζαι επικοινωνώ με άλλα πλάσματα. Ειδικά συνομήλικους μου. Εκτός που την καλαδερφή μου, τους υπόλοιπους έχω να τους δω/μιλήσω που την έκτη δημοτικού.
Μέχρι την προηγούμενη εφτομάδα που η καλαδερφή μου, για λόγους πραγματικά ανεξήγητους (ενώ εμεγαλώσαμεν μαζί, εμεγαλώσαμεν τόσο διαφορετικά που εκαταλήξαμεν πρακτικά θκυό ξένοι. Για χρόνια η επαφή μας εν το "γεια τι κάμνεις?"), έκαμεν μου φρεντ ρεκουέστ στο Φατσοβιβλίον. Τζαι εν εμπορούσα να πω όι. Εννά έθελα, αλλά ναι, κοινωνικές υποχρεώσεις ξέρετε. Αδύνατον.
Τζαι που την ώραν που εγίναμεν φίλες, νιώθω άβολα στο Φατσοβιβλίον. Ξέρετε, γιατί προβλέπω ότι το χωρκόν παρακολουθεί τζαι πιθανώς κουτσομπολεύκει. Αλλά τούτον έννεν το θέμα μας. Ποιος το χέζει το χωρκόν τζαι το κουτσομπολιό. Τζείνον που εν επροέβλεψα ήταν το ανάποδο. Τζείνα που θα έβλεπα εγώ.
Πριν θκυό μέρες η καλαδερφή (τζαι συμμαθήτρια στο δημοτικό) έβαλεν φωτογραφίες στο Φατσοβιβλίον που κάτι που φαίνεται σαν ριγιούνιον της τάξης μας του δημοτικού. Τους συμμαθητές/συμμαθήτριες μας είχα να τους δω που τότε.
Τζαι ξαφνικά έτους ούλλους μαζί. Τους παραπάνω εδυσκολεύτηκα να τους αναγνωρίσω. Ακόμα τζαι τα ονόματα εδυσκολέψαν με σε κάποιες περιπτώσεις.
Εν μπορώ να καταλάβω γιατί το σκέφτουμαι ακόμα. Εν μπορώ να καταλάβω την αντίδραση μου. Γιατί κάπου μέσα μου, ένα μιτσήν μιτσήν κομματούιν μου ελυπήθην. Ελυπήθην γιατί εν ήμουν τζιαμέ. Γιατί ακόμα τζι αν ήμουν Κύπρον εν θα ήμουν τζιαμέ. Εν θα εσκέφτετουν κανένας να με καλέσει είμαι σίουρη.
Τζαι τούτη η θλίψη εν απολύτως ακατανόητη. Γιατί εγώ ήμουν τζείνη που έφυα πρώτη. Εννοώ εγώ ήμουν τζείνη που ένιωθεν πάντα διαφορετική. Τζαι που το πιο πιθανόν εν θα άντεχα να είμαι τζιαμέ.
Η συνειδητοποίηση του ότι εν ούλλοι φίλοι ακόμα εν μπορώ να καταλάβω τι διαφοράν κάμνει. Αλλά φαίνεται ότι κάτι κάμνει. Υποθέτω εν η ιδέα ότι εν μια ομάδα, στην οποία εν ανήκω. Αλλά εννά έπρεπε να ανήκω αν κάποιος έβλεπε το πράμαν ντετερμινιστικά.
Τζαι εννα ανέμενεν κανείς ότι εννά ένιωθα χαρούμενη, που εκατάφερα να κάμω τη ζωή μου όπως την έθελα τζι όι όπως ήταν προγεγραμμένη. Που εγέμωσα τη ζωή μου με πλάσματα κοντά σε μένα με τα οποία μπορώ να είμαι ο εαυτός μου.
Αλλά εν μπορώ να καταλάβω γιατί νιώθω το αντίθετον.
Υποθέτω εν τζείνον που εσυζητούσαμεν με τη φιλενάδαν την Ε. στο Βέλγιο πριν μερικά χρόνια. για τη φράση choosing is losing. Με κάθε μας επιλογή χάννουμεν τζαι κάτι. Τζείνην την εναλλακτική που δεν επιλέξαμεν. Τζαι τούτη η φωτογραφία εν μια μαθκιά σε τούτην την εναλλακτική. Που έννεν απαραιτήτως άσιημη.
Ίσως, λοιπόν, η θλίψη ναν λόγω της απώλεια τούτης της πιθανής εναλλακτικής ζωής. Αλλά αφού εν την έθελα ούτως ή αλλιώς. Γιατί να με πειράζει η απώλεια της?? Εν καταλάβω.
Άβυσσος η ψυσιή του πλασμάτου.
ΥΓ: Εναλλακτική ερμηνεία. Η θλίψη εν για την αποτυχία. Του να είμαι τζείνον που εννά "έπρεπεν" να ήμουν. Το πιο πιθανόν αν επίεννα σε έτσι ριγιούνιον εννά έθελα να φύω στα πρώτα 5 λεπτά. Γιατί στες ερωτήσεις, επαντρεύτηκες, έσιεις/εννά κάμεις κοπελλούθκια, έσιεις δουλειά, εκτισες/εννά κτίσεις σπίτι κλπ κλπ, η απάντηση θα ήταν όι τζαι ένι ξέρω. Τζαι έννεν εύκολον να μεν πολλοκατέχεις τι σου γίνεται. ακόμα.